ΙΩΑΝΝΗΣ: Ο ΑΓΑΠΗΜΕΝΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Ο Χριστός αγαπούσε όλους τους μαθητές που ήταν κοντά του. Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος και Ευαγγελιστής ίσως να είχε το κάτω παραπάνω. Αυτό που ήθελε ο Κύριος να έχει κάθε χριστιανός, αφοσίωση και πραγματική αγάπη. Εως το τέλος της ζωής του σε βαθιά γεράματα, τόνιζε το “Αγαπάτε Αλλήλους”. Ήταν πάντα μαζί με τον Χριστό. Μαζί στη Μεταμόρφωση Του στο όρος Θαβώρ. Μαζί στη Σταύρωση και το Πάθος Του. Αγαπούσε σαν πραγματική του μητέρα την Υπεραγία Θεοτόκο. Τα είχε όλα…

Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος καταγόταν από τη Βησθαϊδά της Γαλιλαίας υιός του Ζεβεδαίου και της μυροφόρου Σαλώμης, αδελφός του Ιακώβου. Όταν ο Κύριος κατήλθε από το Σαραντάριο όρος στην έρημο, ο Πρόδρομος τον έδειξε στους μαθητές του Ανδρέα και Ιωάννη, που τον ακολούθησαν να δουν πού μένει και παρέμειναν κοντά του τη μέρα εκείνη. Από τη στιγμή που ο Κύριος τους κάλεσε οριστικά να τον ακολουθήσουν, ο Ιωάννης δεν αποχωρίστηκε ποτέ το Διδάσκαλο.

Κατά το αγ. Γρηγόριο τον Παλαμά, ο άγιος Ιωάννης, έχει κοινό το γνώρισμα του Ευαγγελιστού μαζί με άλλους τρεις που συνέγραψαν ιερό Ευαγγέλιο αλλά στη μεγαλοφωνία και στο ύψος της θεολογίας υπερτερεί κατά πολύ. Είναι και ο συγγραφέας τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.

Μόνον αυτός απ’ όλους τους Αποστόλους και απ’ όλους τους φημισμένους άνδρες της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης καλείται «Παρθένος». Διότι φύλαξε παρθενία σώματος, ψυχής, νου και αισθήσεων. Φύλαξε «την ακριβή παρθενίαν», που είναι «η προς πάσαν κακίαν ασυνδύαστος γνώμη».

Μόνον αυτός απ’ όλους τους Αποστόλους ονομάζεται «ηγαπημένος». Διότι ζούσε ζωή καθαρότητος και αγιασμού και αγαπούσε τον άγιο Θεό με όλη την ψυχή και την καρδιά του. Γι’ αυτό και αγαπήθηκε από τον Χριστό περισσότερο απ’ όλους. Είναι «ὁ μαθητής ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησοῦς», «ὃς καὶἀνέπεσεν ἐν τῷ δείπνῳἐπὶ τὸ στῆθος αὐτοῦ» (Ιω. κα’ 20).

Μόνον αυτός απ’ όλους τους Αποστόλους ονομάζεται «υιός Παρθένου», και μάλιστα της Θεομήτορος, αφού έγινε γι’ αυτήν κατά χάριν ό,τι ο Χριστός της είναι κατά φύσιν. Εάν δε μόνον αυτός απέκτησε την ίδια με τον Χριστό μητέρα, είναι και ο μόνος αδελφός του επάνω από όλους και συγγενής και αφομοιωμένος με τον Υιό του Θεού.

Υιός αγαπητός του Θεού Πατρός ο Κύριος; Και ο Ιωάννης μαθητής αγαπητός του Κυρίου. Στον κόλπο του Πατρός ο Κύριος; Στον κόλπο του Υιού ο Ιωάννης. Παρθένος ο Κύριος; Και αυτός διά της χάριτος Εκείνου παρθένος. Παρθένου υιός ο Κύριος; Της ιδίας υιός κατά χάριν και αυτός, εφόσον ο Κύριος επάνω από τον σταυρό στον Ιωάννη εμπιστεύθηκε την Παναγία μητέρα του λέγοντας «’Ιδού ἡ μήτηρ σου» (Ιω. ιθ’ 27). «Εβρόντησε από τον ουρανό ο Κύριος»; Και ο Ιωάννης «βροντή» και «υιός βροντής» ονομάζεται (Μάρκ. γ’ 17). Και μάλιστα είναι βροντή θεολογικότατη, που αντηχεί σε όλα τα πέρατα της γης και θεολογεί λέγοντας «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θεόν, καὶ Θεὸς ἦν ὁ Λόγος.» (Ιω. α’ 1).

Επίσης, είναι ο μαθητής της αγάπης που μας διδάσκει να αγαπούμε τον άγιο Θεό όχι μόνο «ἐν λόγῳ καί γλώσσῃ», αλλά και «ἐν ἔργῳ καί ἀληθείᾳ» (Α’ Ιω. γ’ 18). Στους μαθητές του έλεγε διαρκώς: «Τεκνία, αγαπάτε αλληλους», που σημαίνει, παιδάκια μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο. Και όταν εκείνοι ρώτησαν γιατί τους λέει την ίδια φράση, αυτός απάντησε «διότι είναι εντολή του Κυρίου, και όταν αυτό μόνο γίνεται, αρκεί».

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ

Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγ. Πνεύματος σε όλο τον κόσμο το λόγο του Κυρίου. Όταν επρόκειτο να χωρισθούν οι απόστολοι, για να κηρύξουν το Ευαγγέλιο στην οικουμένη, έβαλαν κλήρους με σκοπό να γνωρίσουν σε ποιο μέρος έπρεπε να πορευθεί έκαστος. Στον Ιωάννη έλαχε ο κλήρος της Μ. Ασίας. Γνωρίζοντας ο άγιος ότι ολόκληρη η περιοχή ήταν βυθισμένη στην ειδωλολατρία, βαρέως δέχθηκε την αποστολή του. Για να εξαγνισθεί από την ανθρώπινη αυτή αδυναμία, ο Θεός παρεχώρησε, ενώ έπλεαν με το μαθητή του Πρόχορο προς τον προορισμό τους, να σηκωθεί τρικυμία και το πλοίο να ναυαγήσει. Τα κύματα πέταξαν τον Πρόχορο στις ακτές της Σελεύκειας, μαζί με άλλους ναυαγούς, οι οποίοι τον θεώρησαν μάγο και, ως υπαίτιο του ναυαγίου, τον καταδίκασαν σε θάνατο. Διασωθείς θαυματουργικά από τα χέρια τους ύστερα από πορεία 40 ημερών, συνάντησε το διδάσκαλό του στην πόλη Μαρεώτη όπου τον είχε βγάλει η θάλασσα. Από εκεί πεζοπορώντας έφθασαν στην Έφεσο.

Αφού εργάστηκαν σκληρά τρεις μήνες σαν δούλοι στην υπηρεσία του λουτρού του άρχοντα Διοσκουρίδη υπό την επιστασία της κακότροπης Ρωμάνας, ο Ιωάννης ανέστησε τον υιό του Διοσκουρίδη Δόμνο, τον οποίο έπνιξε το εμφωλεύον στο λουτρό ακάθαρτο πνεύμα και εν συνεχεία ανέστησε και τον ίδιο τον άρχοντα που είχε πεθάνει από τη θλίψη του. Και οι δυό τους καθώς και η Ρωμάνα βαφτίστηκαν. Οι δύο νεκραναστάσεις και η εκδίωξη του δαίμονος από το λουτρό σήμαναν την αρχή της ιεραποστολικής του δράσης. Με τα κηρύγματα του σαγήνευε στα δίχτυα της βασιλείας των ουρανών πλήθος ειδωλολατρών.

Σε μια μεγάλη πανήγυρη των Εφεσίων προς τιμήν της θεάς Αρτέμιδος ο Ιωάννης από το λοφίσκο όπου δέσποζε το περίφημο είδωλο έλεγξε τους κατοίκους για την ειδωλομανία τους. Οι Εφέσιοι επιχείρησαν να τον λιθοβολήσουν, αλλά οι πέτρες κατευθυνόμενες προς το άγαλμα, το κατασύντριψαν. Από το μεγάλο σεισμό που ακολούθησε βρήκαν το θάνατο 200 άνθρωποι. Η ανάσταση και των διακοσίων νεκρών με μόνη την προσευχή του Ιωάννου έγινε αιτία να προσέλθουν στο Χριστό την ημέρα εκείνη πολλοί ειδωλολάτρες. Για να ολοκληρώσει το έργο του ο ηγαπημένος μαθητής, μπροστά στα έκπληκτα μάτια των Εφεσίων προκάλεσε με την προσευχή του την κατάρρευση του ναού της Αρτέμιδος. Ο δαίμονας, που ενέδρευε επί 249 χρόνια, έφυγε από την πόλη διωγμένος από τον απόστολο, ενώ οι περισσότεροι λάτρεις του πίστεψαν στο Χριστό.

Όμως πολλοί Εφέσιοι, ζηλωτές των ειδώλων, δεν συγχώρησαν στον Ιωάννη τις αθρόες αποσκιρτήσεις των συμπολιτών τους από την πίστη στους πάτριους θεούς και με κατακριτική αναφορά προς το Ρωμαίο αυτοκράτορα Δομιτιανό (81-96) πέτυχαν να εξορισθεί με το μαθητή του στην Πάτμο. Κατά τον πλου θεράπευσε από δυσεντερία ένα αξιωματικό της στρατιωτικής φρουράς που τον συνόδευε και όλο το πλήρωμα πίστεψε στο Θεό και βαφτίστηκε.

Στο νησί της Πάτμου συνέχισε να κηρύττει, θεράπευσε αρρώστους, ανέστησε νερούς, κατακρήμνισε με την προσευχή τα ιερά του Απόλλωνα και του Διονύσου, φυγάδευσε τα δαιμόνια και κατεπόντισε στη θάλασσα τον τρομερό μάγο Κύνωπα. Όταν, με ανάκληση της εξορίας, επρόκειτο να αφήσει το νησί με θερμά δάκρυα τον παρακαλούσαν να αφήσει τουλάχιστον γραπτό το Ευαγγέλιο της θείας οικονομίας για να το έχουν παρηγοριά στην ορφάνια τους. Υποκύπτοντας στις παρακλήσεις, ο Ιωάννης ανέβηκε με τον Πρόχορο στο όρος, έξω από την πόλη, και παρέμειναν εκεί νηστεύοντας επί τρεις ημέρες. Την Τρίτη ημέρα αστραπή διέσχισε τον ουρανό και βροντή έσεισε το όρος. Ο Πρόχορος έπεσε στη γη ως νεκρός από το φόβο του, ενώ Ιωάννης παρέμεινε ακίνητος προσηλωμένος στη θεωρία του, καθ όσον «η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβο». Ακούσθηκε τότε βροντερή φωνή από τον ουρανό «Εν αρχή ην ο Λόγος και ο Λόγος ην προς τον Θεόν και Θεός ην ο Λόγος…» και ο Ιωάννης υπαγόρευε στον Πρόχορο ό,τι του απεκάλυπτε η φωνή.

Κάποια Κυριακή, ενώ ο Απόστολος βρισκόταν σε σπήλαιο της Πάτμου προσευχόμενος, ο βράχος του σπηλαίου σχίσθηκε στα τρία και στο μέσον επτά λυχνιών εμφανίστηκε ο Κύριος με μορφή νέου (Αποκ. 1, 17-19) και κατόπιν του αποκαλύφθηκαν όσα θα συμβούν στους έσχατους καιρούς.

Κατά την επιστροφή του στην Έφεσο ο Ιωάννης πέρασε από την πόλη Αγροικία, όπου μεταξύ άλλων μετέστρεψε στην πίστη του Χριστού ένα ευγενή νέο, τον οποίο εμπιστεύτηκε στον τοπικό επίσκοπο. Όταν αργότερα ξαναπέρασε από την πόλη, έμαθε ότι ο νέος είχε γίνει αρχιληστής. Χωρίς να υπολογίσει τη γεροντική του αδυναμία, τράπηκε στα δάση και στα βουνά αναζητώντας τον. Φθάνοντας στο καταφύγιο, παραδόθηκε στους ληστές και κατόρθωσε να επαναφέρει το νέο στο δρόμο του Χριστού με τη μετάνοια.

Πέρασε ήσυχα την υπόλοιπη ζωή του στην Έφεσο. 56 ετών ανεχώρησε από τα Ιεροσόλυμα, 9 χρόνια κήρυττε στην Έφεσο, 15 στην Πάτμο και 26 πάλι στην Έφεσο. Εκοιμήθη σε ηλικία 105 ετών.

Όταν έλαβε την πληροφορία από το Θεό για την κοίμησή του, εξήλθε από την πόλη με 7 μαθητές του, οι οποίοι κατά εντολή του έσκαψαν τάφο στην άμμο σε σχήμα σταυρού. Αφού τον ασπάστηκαν σκέπασαν το σώμα του πρώτα μέχρι τα γόνατα, έπειτα, πάλι ασπαζόμενοι αυτόν, μέχρι το λαιμό και αφού για τρίτη φορά τον ασπάσθηκαν έβαλαν στο ιερό του πρόσωπο ένα μανδήλι και κλαίγοντας πικρά σκέπασαν, με την ανατολή του ηλίου, όλο το σώμα του. Θρηνώντας επέστρεψαν στην πόλη και διηγήθηκαν τα γεγονότα. Οι χριστιανοί της Εφέσου έσπευσαν στον τάφο για τον τελευταίο ασπασμό. Όταν όμως έσκαψαν δε βρήκαν τίποτε. Ο απόστολος μετέστη στους ουρανούς, όπως και η Θεοτόκος.