Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ ΣΤΑ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ

Η Ιερά Μονή του Τιμίου Σταυρού αποτελεί σπουδαίο Ορθόδοξο προσκύνημα στην καρδιά της Νέας Πόλεως. Είναι κτισμένη στην ομώνυμη κοιλάδα, την Κοιλάδα του Σταυρού (Έμεκ χα-Ματσλεβά στην εβραϊκή), περίπου δύο χιλιόμετρα δυτικά των τειχών της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, δίπλα στην ισραηλινή Βουλή. Είναι η αρχαιότερη μονή του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου των Ιεροσολύμων.

H μονή είναι αφιερωμένη στον Σταυρό του Κυρίου. Σε αυτή βρίσκεται ο τόπος, στον οποίο ήταν φυτεμένο το δέντρο από το οποίο κατασκευάστηκε ο Σταυρός του Χριστού.

Η ιστορία του δέντρου του Σταυρού αρχίζει στα χρόνια του Πατριάρχη Αβραάμ και συνδέεται με την εμφάνιση της Αγίας Τριάδας με τη μορφή τριών Αγγέλων στον Αβραάμ στη Μαμβρή. Η παράδοση αναφέρει, ότι αφού οι Άγγελοι πραγματοποίησαν την επίσκεψή τους, έφυγαν για τα Σόδομα, άφησαν όμως στον Αβραάμ τα τρία ραβδιά τους.

Μετά την καταστροφή των Σοδόμων, ο Λωτ έγινε άθελά του αίτιος αιμομιξίας. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη και το βιβλίο της Γενέσεως (ιθ’ 27-38), ο Λωτ μετά την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρων κατέφυγε μαζί με τις δύο κόρες του σε μια σπηλιά. Εκεί οι κόρες του, αφού τον μέθυσαν, κοιμήθηκαν μαζί του για την απόκτηση απογόνων. Από τα δύο παιδιά που γεννήθηκαν προήλθαν οι Μωαβίτες και οι Αμανίτες. Μετά την αποτρόπαιη πράξη του, ο Λωτ κατέφυγε και κατοίκησε στη σημερινή Ουάδ-ελ-Μουάλεμπε. Εκεί προσευχόταν και ζητούσε από το Θεό να τον συγχωρέσει για την πράξη του. Συζήτησε μάλιστα το θέμα με τον Αβραάμ και τον ρώτησε τι θα έπρεπε να κάνει για να εξιλεωθεί. Ο Αβραάμ έδωσε στο Λωτ τα ραβδιά που του είχαν αφήσει οι Τρεις Άγγελοι και του είπε να τα φυτέψει στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ. Του είπε μάλιστα πως θα έπρεπε να τα ποτίζει με νερό του Ιορδάνου και αν τα ραβδιά άνθιζαν, αυτό θα σήμαινε πως ο Θεός συγχώρεσε το αμάρτημά του. Ο Λωτ πότιζε τα ραβδιά, τα οποία με την πάροδο του χρόνου άνθισαν και έγιναν ένα τριπλό δέντρο από πεύκο, κυπαρίσσι και κέδρο.

Σύμφωνα με την παράδοση, ο Καϊάφας που πρωτοστάτησε στην καταδίκη του Χριστού (Ματθ. 26,57, Ιωάν.18,13) διέταξε να κατασκευάσουν το Σταυρό του Χριστού από το τρισύνθετο αυτό ξύλο, το οποίο θεωρείτο καταραμένο από την εποχή που κατασκευαζόταν ο Ναός του Σολομώντα. Πίστευε πως με την αυξομείωση του μεγέθους του ξύλου, ο Χριστός θα βασανιζόταν περισσότερο και πως η Σταύρωσή Του πάνω σε αυτό θα γινόταν περισσότερο ατιμωτική.

Αξιόπιστη πηγή αναφέρει την ίδρυση της μονής την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Πολλοί μάλιστα θεωρούν πως κτήτορας της μονής του Σταυρού ήταν η Αγία Ελένη. Λίγο μεταγενέστερη παράδοση ανάγει την ίδρυσή του μοναστηριού σε ιστορικά γεγονότα. Σύμφωνα με αυτήν το μοναστήρι ιδρύθηκε από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο, όταν το 628 μ.Χ. επέστρεψε νικητής από την Περσία, φέρνοντας μαζί του τον Τίμιο Σταυρό για να Τον αποθέσει στο Γολγοθά. Στο σημείο εκείνο στρατοπέδευσε και αποφάσισε προς τιμήν του Σταυρού να κτίσει ένα μοναστήρι. Άλλη παράδοση ανάγει την ίδρυση της Μονής στο βυζαντινό Αυτοκράτορα Ιουστινιανό (527-565), ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με την ίδρυση πολλών μοναστηριών στην Αγία Γη.

Η μεγάλη ακμή του μοναστηριού αρχίζει από τον 11ο αιώνα, όταν ο Αγιορείτης Ίβηρας Μοναχός Πρόχορος το ανακαίνισε και το επάνδρωσε με Ίβηρες (Γεωργιανούς δηλαδή) Μοναχούς. Από τότε και μέχρι τον 18ο αιώνα, που επανήλθε σαν νόμιμη περιουσία στο Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο, το μοναστήρι του Σταυρού ανήκε στην Ιβηρική Μοναχική Αδελφότητα της Ιερουσαλήμ. Οι βασιλείς της Ιβηρίας το προστάτευσαν και το υποστήριξαν με άφθονες και πλούσιες δωρεές, καθιστώντας το μοναστήρι και την Ιβηρική Αδελφότητα, στους δύσκολους αιώνες της κατοχής των Μαμελούκων, ως την ισχυρότερη χριστιανική κοινότητα στην Αγία Γη. Τόσο μεγάλη ήταν η δύναμη και η επιρροή των Ιβήρων Μοναχών του μοναστηριού αυτού στην Ιερουσαλήμ, ώστε είχαν αναλάβει και την προστασία των Αγίων Προσκυνημάτων ως αντιπρόσωποι του Ορθόδοξου κλήρου.

Αργότερα, το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο ανέλαβε πάλι την προστασία του μοναστηριού. Αφού ξεπλήρωσε όλα σχεδόν τα χρέη των Ιβήρων Μοναχών, επανέκτησε το μοναστήρι μαζί με όλους τους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς του θησαυρούς και το επάνδρωσε με Έλληνες Μοναχούς. Από το 1855 έως και τις αρχές του 20ου αιώνα, στο μοναστήρι λειτούργησε και η περίφημη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού.

Η Μονή του Τιμίου Σταυρού είναι ένα τεράστιο κτιριακό συγκρότημα. Το κτιριακό συγκρότημα του μοναστηριού χωρίζεται σε πέντε ορόφους. Στον πρώτο όροφο βρίσκονται διάφορες κρύπτες, αποθήκες, εργαστηριακοί χώροι, το ελαιοτριβείο, στέρνες, οι παλαιοί στάβλοι, ευρύχωρες αυλές και μικρά κηπάρια. Στο δεύτερο και τρίτο όροφο υπάρχουν οι αίθουσες διδασκαλίας, η κοινή τράπεζα της Θεολογικής Σχολής, το μαγειρείο, οι φούρνοι, μικρά παρεκκλήσια, η κεντρική βιβλιοθήκη και τα αναγνωστήρια των μαθητών. Ο τέταρτος και πέμπτος όροφος στέγαζαν τις ευρύχωρες και επιβλητικές αίθουσες τελετών, το μουσείο και το γραφείο του διευθυντού της Σχολής. Το κτιριακό συγκρότημα του μοναστηριού είναι τετράγωνο στο σχήμα του, το Καθολικό καταλαμβάνει το κέντρο του κτιρίου, ενώ τα πανύψηλα τείχη κάνουν το μοναστήρι να μοιάζει με κάστρο.

Το Καθολικό της Ιεράς Μονής του Τιμίου Σταυρού ήταν αρχικά αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Αργότερα αφιερώθηκε στους Βασιλείς και Ισαποστόλους Κωνσταντίνο και Ελένη και στην Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Ο ναός αρχιτεκτονικά ανήκει στο ρυθμό της τρίκλιτης Βασιλικής με έναν κεντρικό τρούλο και τρία υποθόλια και είναι ο μοναδικός ναός στην Παλαιστίνη με το συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό τύπο. Το Καθολικό της μονής, καθώς και τα περισσότερα μωσαϊκά που το διακοσμούν, ανήκουν στον 11ο αιώνα.

Η μονή βρίσκεται σε απόσταση 5 περίπου χιλιομέτρων από το Πατριαρχείο.


Πηγές: romiosini.org.gr , agioritikovima.gr , holylandphotos.net