H ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΡΣΕΝΙΟΥ ΤΟΥ ΚΑΠΠΑΔΟΚΟΥ

Το 1986 το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνώρισε επίσημα την αγιότητα του Αγίου Αρσενίου του Νέου και Θαυματουργού (+1924), του αναδόχου του γέροντα Παϊσίου του Αγιορείτου και όρισε να εορτάζεται η μνήμη του στις 10 Νοεμβρίου, ημέρα της κοίμησής του.

Η πολιτεία του Οσίου Αρσενίου του Καππαδόκου υπομνηματίζει την Ευαγγελική διδασκαλία που εφήρμοσε σε όλη του τη ζωή.

Με τη χάρη του Θεού ανέδειξε τον εαυτό του ένα σαρκωμένο Ευαγγέλιο. Αξιολόγησε τα πάντα, τα επίγεια και τα ουράνια, με μέτρο πάντα τον Χριστό. Ο,τι δεν ήταν ευάρεστο στο Χριστό, το απέρριπτε σαν σκύβαλο και βδελυρό πράγμα.

Α. Αγαπούσε τον Θεό και τον άνθρωπο

Με την άφθονη Θεία Χάρη που τον προίκισε ο Θεός θεράπευε τις ψυχές και τα σώματα των πονεμένων ανθρώπων. Είχε πολλή αγάπη στον Θεό και προς την εικόνα Του, διότι, όταν έβλεπε πολύ πόνο και καταπίεση τουρκική στην Καππαδοκία, η αγάπη τον έβγαζε έξω από τον εαυτό του και έξω από το χωριό του και αγκάλιαζε και τα γύρω χωριά. Θεράπευε τον ανθρώπινο πόνο, όπου τον συναντούσε σε Χριστιανούς ή Τούρκους.

Για τον Άγιο δεν είχε καμιά σημασία, διότι έβλεπε στο πρόσωπό τους, την με πολλή αγάπη πλασθείσα εικόνα του Θεού.

Β. Ήταν Ιατρός των ψυχών και των σωμάτων

Όλος ο βίος του υπήρξε ένα θαύμα, όπως όλων των μεγάλων τέκνων της Εκκλησίας που νίκησαν «τον κόσμο» και την αμαρτωλή ανθρώπινη φύση και έφθασαν στην «ατέλεστη τελειότητα των τελείων». Γι’ αυτό και του δόθηκε το χάρισμα της θαυματουργίας των ιάσεων και η εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων.

«Στα Φάρασα της Καππαδοκίας και σ᾽ όλη την περιφέρειά τους γιατρός δεν υπήρχε, παρά ο ίδιος ο πατήρ Αρσένιος, ο οποίος ήταν δάσκαλος και ιατρός ψυχών και σωμάτων.» (Γέροντας Παϊσιος)

Αναρίθμητα είναι τα θαύματα που επιτέλεσε ο Άγιος με τη χάρη του Θεού. Στείρες γυναίκες τεκνοποιούσαν, αφού τις διάβαζε ευχή ή έδιδε ‘φυλακτό’ που ήταν ένα κομμάτι χαρτί γραμμένο με κάποιες ευχές που τις έγραψε ο ίδιος. Διάβαζε το Άγιο Ευαγγέλιο σε σοβαρές περιπτώσεις, όπως στους τυφλούς, βουβούς, χωλούς, παραλυτικούς, δαιμονισμένους και γινόντουσαν καλά, μόλις τελείωνε την ανάγνωση. Πολλοί Χριστιανοί και Τούρκοι είχαν θεραπευθεί, αφού πήραν χώμα από το κατώφλι του κελιού του και αναμιγνύοντας το με λίγο νερό το έπιναν, πιστεύοντας ότι θα θεραπεύονταν και η πίστη τους που είχαν στον Άγιο, έκανε το θαύμα. Χρήματα φυσικά δε δεχόταν ποτέ, ούτε κι έπιανε στα χέρια του. Συνήθιζε να λέγει ‘η πίστη μας δεν πουλιέται’.

Εμείς όπως έλεγαν οι Φαρασιώτες ‘στην Πατρίδα μας τι θα πει γιατρός, δεν ξέραμε. Στον Χατζεφεντή τρέχαμε. Στην Ελλάδα μάθαμε από γιατρούς, αλλ’ αν τα πούμε στους εντόπιους, τους φαίνονται παράξενα’.

Γ. Έπασχε τα Θεία’

Βίωνε ολοκληρωτικά και ‘έπασχε τα Θεία’. Ζούσε με αυταπάρνηση, διότι πολύ πρώτα τον Θεό και μετά την εικόνα Του, τον πλησίον. Αιματηρούς αγώνες και προσπάθειες κατέβαλε για να διατηρήσει τους συγχωριανούς και τους συμπατριώτες του στην πίστη του Χριστού, στην Ορθόδοξη πίστη, για να μην κλονιστούν και αλλαξοπιστήσουν στις χαλεπές εκείνες ημέρες και εποχές, από τις πολλές και διάφορες πιέσεις που δεχόντουσαν από τους Τούρκους, αλλά και από τους διάφορους προβατόσχημους λύκους, τους προτεστάντες, που προσπαθούσαν να λυμάνουν την ποίμνη του Χριστού.

Δ. Υπόδειγμα Νηπτικού Πατέρα, Ποιμένα και Διδασκάλου

Το σπίτι του ήταν ένα ετοιμόρροπο κτίσμα και δίπλα είχε ένα άλλο μικρό ατομικό κελί, χωρίς πάτωμα, αλλά με χώμα. Το κελί του, μικρό, απέριττο, ευρισκόταν μέσα στον κόσμο, αλλά συγχρόνως κατόρθωνε να ζει και εκτός του κόσμου. Εκεί άπλωνε δύο σκεπάσματα και έκανε τις ολονύκτιες προσευχές του. Στο ανατολικό μέρος του κελιού είχε ένα ράφι και επάνω ένα εικονοστάσι με αρκετές εικόνες.

Σε αυτό, καθώς και για τα Θεία του κατορθώματα, πολύ τον βοηθούσαν οι δύο ημέρες (η Τετάρτη και η Παρασκευή) που έμενε έγκλειστος στο κελί του, προσευχόμενος. Οι οποίες καρποφορούσαν περισσότερο πνευματικά τότε, διότι αγίαζαν και την εργασία των άλλων ημερών. Ώρες έμενε γονατιστός προσευχόμενος στον Θεό για τον λαό Του, που τον είχε εμπιστευθεί στα ασκητικά χέρια του δούλου Του Αρσενίου.

«Όταν ύψωνε τα χέρια του για να παρακαλέσει για κάτι τον Θεό, άρχιζε να τον παρακαλεί προσευχόμενος και φωνάζοντας, ‘Θεέ μου!’ λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς πως έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν τον άφηνε, εάν δεν του έκανε το αίτημά του.

Στα παιδιά δίδασκε τη νοερά προσευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» και όταν καμιά φορά έσφαλαν, τους μάθαινε να λένε το «ήμαρτον Θεέ μου».

Η συνηθισμένη τροφή του Πατρός ήταν τα κριθαρένια πέτουρα, τα οποία έψηνε μόνος του επάνω σε μια λαμαρίνα. Όλες τις νηστείες αλλά ακόμη και κάθε Τετάρτη, Παρασκευή και τη Δευτέρα που είναι αφιερωμένη στους αγγέλους, δεν έπινε ούτε νερό μέχρι να βασιλέψει ο ήλιος.

Το τυπικό των ακολουθιών του ήταν ως εξής: Όλες τις μεγάλες γιορτές έκανε ολονύκτιες αγρυπνίες, τις οποίες άρχιζε από τη δύση μέχρι την ανατολή του ηλίου. Το πως κοιμόταν και πόσο κοιμόταν για την αγάπη του Χριστού, ο Θεός το γνωρίζει. Τετάρτη και Παρασκευή έμενε έγκλειστος στο κελί του. Αυτές τις μέρες που έμενε έγκλειστος, δεν τραβούσε μόνον αυτός Θείες ουράνιες δυνάμεις όταν προσευχόταν, αλλά τον τραβούσαν και αυτόν στους ουρανούς Αγγελικές δυνάμεις.

Πολλοί που έτυχαν να δούν τον Χατζεφεντή (έτσι τον αποκαλούσαν) να υψώνει τα χέρια του και να παρακαλεί το Θεό και να φωνάζει προσευχόμενος «Θεέ μου, Θεέ μου!» έλεγαν• «λες και ξεκοβόταν η καρδιά του εκείνη την ώρα, και θαρρείς έπιανε τον Χριστό από τα πόδια και δεν τον άφηνε, εάν δεν τον έκανε το αίτημά του».

Η διακριτική του άσκηση πάντοτε συνοδευόταν με την αγάπη προς τους άλλους και με την ταπείνωση στον εαυτό του. Όσο όμως κι αν προσπαθούσε ο πατήρ να κρυφθεί, δεν ήταν εύκολο. Η χάρις του Θεού που κατοικούσε μέσα του τον πρόδιδε.

Η αγία του μορφή συνέχεια σκορπούσε Χάρη και παρηγοριά. Το πρόσωπό του έλαμπε από την ασκητική γυαλάδα, που έμοιαζε σαν το χρώμα του φτασμένου κυδωνιού. Είχε πια εξαϋλωθεί από τους υπερφυσικούς πνευματικούς αγώνες, που έκανε από αγάπη στον Χριστό, καθώς και από τους πολλούς του κόπους για την αγάπη προς το ποίμνιό του, που το ποίμανε πενήντα χρόνια σαν καλός Ποιμένας.» (Γέροντας Παϊσιος)

‘Η πίστη μας δεν πουλιέται’

Χρήματα για τις ιάσεις ποτέ δεν έπαιρνε! Ούτε τα έπιανε στα χέρια του, όταν έδιναν στο Ναό για τους έχοντες ανάγκη. Συνήθιζε να λέει: «η πίστη μας δεν πουλιέται»!

– Πήγαν κάποτε από τις Τσαχιρούδες μία Τουρκάλα νεόνυμφη δαιμονισμένη, με αλυσίδες δεμένη, στον Χατζεφεντή, για να την διαβάσει. Ο Όσιος τους δέχτηκε, παρ’ ότι εκείνη την ημέρα ήταν έγκλειστος – το έκανε αυτό δυο μέρες την βδομάδα – και έκανε νόημα να την λύσουν. Όταν λύθηκε, όρμησε στον γέροντα, του άρπαξε το ένα πόδι και το δάγκωνε!

Ενώ κρατούσε το Ευαγγέλιο, δεν το άνοιξε, παρά την κτύπησε απαλά στο κεφάλι της τρεις φορές και το δαιμόνιο έφυγε αμέσως! Η γυναίκα άρχισε να κλαίει και να φιλάει το δαγκωμένο πόδι. Ο πατέρας της έπεσε στα πόδια του και τον παρακαλούσε να δεχτεί όλο το κασέ του (το πουγκί με τα χρήματά του). Πάρτα όλα, είναι δικά σου, γιατί έσωσες το παιδί μου. Και ο Ορθόδοξος ιερέας του είπε: «κράτησε τα λεφτά σου. Η πίστη μας δεν πουλιέται»!

– Μια φορά του πήγε ένας Τούρκος δύο ζώα μπαχτσίς (δώρο), γιατί απέκτησε η στείρα γυναίκα του δύο παιδιά με το ευλογημένο φυλακτό που της έστειλε ο Χατζεφεντής. Τότε ο γέροντας του έκανε αυστηρή παρατήρηση με τα εξής λόγια: «στο χωριό σου φτωχούς δεν είχες; Τι μου τα κουβάλησες εδώ; Για να σου πω το αφερίμ (μπράβο); Εγώ μπαχτσίσια δεν μαζεύω»!!!

– Στην Εκκλησία ήταν μια καμάρα, στην οποία άφηναν μερικοί προαιρετικά χρήματα για τους φτωχούς. Οι φτωχοί πήγαιναν μόνοι τους και έπαιρναν όσα είχαν ανάγκη. Περισσότερα φοβόντουσαν να πάρουν, για να μην τους… τιμωρήσει ο Θεός! Ο γέροντας τα χρήματα δεν τα έπιανε ποτέ στα ίδια του τα χέρια, όχι μόνο για να μην αρχίσει το πάθος της φιλαργυρίας να τον κυβερνάει – φαινόμενο σύνηθες σε μερίδα κληρικών – αλλά κυρίως για να μη περνάει ούτε από το μυαλό των Χριστιανών ούτε των Τούρκων, ότι έχει την ιεροσύνη για επάγγελμα!

-Τα πρόσφορα της Εκκλησίας, όχι μόνο δεν τα έπαιρνε στο σπίτι ή τα έδινε στους πιο κοντινούς του φίλους, αλλά τα έστελνε κρυφά την νύχτα σε δυστυχισμένες οικογένειες με τον ψάλτη (Πρόδρομο).

-Σε τεμπέλη όμως ποτέ δεν έδινε! Μια φορά πήγε ένας τεμπέλης και μέθυσος και του ζήτησε πρόσφορα. Ο γέροντας ήταν στο κελί του και του δίνει ένα πίτουρο κριθαρένιο. Και του λέει: «Εγώ απ’ αυτά τρώγω». Ο τεμπέλης δεν το δέχτηκε, αλλά επέμενε για να το πρόσφορο. Τότε ο Όσιος του είπε: «Δεν ντρέπεσαι, σαράντα πέντε ετών παλικάρι κατάγερο, να κάθεσαι όλη μέρα και να σκέφτεσαι διαβολιές και να μεθάς και να ζητιανεύεις;»

Είπε μετά στον Πρόδρομο: «Πήγαινε στην Εκκλησία και πήγαινε στο ποτάμι, και αν έλθει εκεί ο… τεμπέλης, τότε να του τα δώσεις. Είπε και στον τεμπέλη να βάλει εμπρός την σκουριασμένη… μηχανή του. Πήγαινε στο ποτάμι να τα πάρεις και να πιάσεις και ψάρια που έχει άφθονα και να φας. Ο τεμπέλης όχι μόνο δεν πήγε στο ποτάμι, αλλά τον… κατηγορούσε στο χωριό ότι είναι… τσιγκούνης! Ο γέροντας ήταν γεμάτος χαρά που τον κατηγορούσαν άδικα…

Διδάσκαλος της Ορθοδοξίας και ορθοπραξίας

Ο πατήρ Αρσένιος κήρυττε την Ορθοδοξία ορθά με τον ορθόδοξο βίο του. Έλιωνε στην άσκηση την σάρκα του από την θερμή του αγάπη προς τον Θεό και αλλοίωνε τις ψυχές με τη Θεία Χάρη.

Ως Λειτουργός του Υψίστου δεν πατούσε στη γη, και ως συλλειτουργός άστραφτε στον κόσμο. Τον δόξασε ο Θεός, γιατί συνέχεια με την αγία του ζωή δοξαζόταν το όνομα του Θεού, στον οποίο ανήκει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνηση.

Ο Άγιος πίστευε πολύ και θεράπευε πολλούς, πιστούς και άπιστους. Λίγα λόγια, πολλά θαύματα, πολλά έργα. Ζούσε πολλά και έκρυβε πολλά. Μέσα από τον σκληρό του φλοιό, έκρυβε τον πνευματικό του γλυκό καρπό. Πολύ αυστηρός πατέρας στον εαυτό του, αλλά και πολύ στοργικός πατέρας στα παιδιά του. Δεν τα χτυπούσε με το νόμο, αλλά με το φιλότιμο το νόημα του νόμου.

– Τον π. Αρσένιο, ο Πατριάρχης του Οικουμενικού Θρόνου τον είχε σε ευλάβεια. Πολλές φορές του ζητούσε να προσευχηθεί γι’ αυτόν. Τότε ο Χατζεφεντής έπαιρνε τον Πρόδρομο και έκαναν, όπως για κάθε περίσταση, ολονυκτίες στην Παναγία ή τον Άγιο Χρυσόστομο.

– Οι Φαρασιώτες δύσκολα καταλάβαιναν γιατί ο π. Αρσένιος στις ονοματοδοσίες, δεν άκουγε κανέναν και έδινε ότι όνομα ήθελε αυτός!!! Έδινε ή καλογερικό ή Εβραϊκό! Δεν άφηνε τον ανάδοχο να δώσει όνομα μεγάλου Αγίου, που γιόρταζε ιδιαίτερα! Ο π. Παΐσιος, που ήταν παθών, το εξηγεί λέγοντας: «Ο Πατήρ το έκανε αυτό με σκοπό να κόψει τα πολλά γλέντια, που γίνονταν στις ονομασίες, και στα επεισόδια… Γι’ αυτό προτιμούσε ονόματα που δεν γιορτάζουν, όπως Αβραάμ, Ισαάκ, Αβέρκιο, Ιορδάνη, κλπ.

Μ’ αυτόν τον τρόπο κόπηκαν τα γλέντια στις ονομασίες, που είχαν αποτέλεσμα την μέθη με επεισόδια σοβαρά, λόγω του ότι οπλοφορούσαν όλοι. Έτσι αναγκάζονταν να συγκεντρώνονται στο σπίτι τους μετά την Θεία Λειτουργία. Ξεκουράζονταν λίγο, και οι μεγαλύτεροι πήγαιναν στο σπίτι του π. Αρσενίου που διηγιόταν τον βίο του αγίου της ημέρας…»

Ο Άγιος Αρσένιος όταν βάπτιζε τον π. Παΐσιο, μικρό στα Φάρασα, απαίτησε από τους γονείς του να δοθεί το δικό του όνομα Αρσένιος και όχι το όνομα Χρήστος του παππού του. Είπε χαρακτηριστικά, με προφητικό νόημα: «Εσείς καλά θέλετε να αφήσετε άνθρωπο στο πόδι του παππού, εγώ δεν θέλω να αφήσω καλόγηρο στο πόδι μου;»

Ε. Έδειχνε αγάπη ακόμα και στα άλογα ζώα

Η μεγάλη ευαισθησία Του Αγίου Πατρός δεν άντεχε να κάνει κανένα κακό στην πλάση. Ιδιαίτερα στα ζώα. Ποτέ του δεν κάθισε σε ζώο να το κουράσει, για να ξεκουράσει τον εαυτό του. Προτιμούσε πάντοτε να βαδίζει πεζός και όπως συνήθιζε ξυπόλυτος. Είχε πάντοτε μπροστά του τον Χριστό που ποτέ Του δεν κάθησε σε ζώο – μόνο μια φορά – κι όπως χαρακτηριστικά έλεγε: ‘εγώ που είμαι χειρότερος κι από το γαϊδουράκι, πώς να καθήσω σ’αυτό;’ Για να κρύψει τις αρετές του από τα μάτια των ανθρώπων και να αποφύγει έτσι τους επαίνους, κατάφευγε σ’ ορισμένες ‘ιδιοτροπίες’.

ΣΤ. Σύγχρονος «εν Χριστώ σαλός

Ο άγιος Αρσένιος, επειδή είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη για τις θεραπευτικές και τις άλλες ικανότητές του, συχνά κατέφευγε στην σαλότητα γιατί όλα αυτά τον έφερναν σε δύσκολη θέση, καθώς απεχθανόταν τους επαίνους και τις ευχαριστίες των ανθρώπων που είχε ευεργετήσει.

Για να μην τον χαρακτηρίζουν πράο, έκανε συχνά τον οργισμένο. Για να μην φαίνεται πως είναι εγκρατής και νηστεύει, έκανε τον γαστρίμαργο αλλά ποτέ δεν έτρωγε κρέας. Όταν του το πρόσφεραν όμως, έλεγε μία ευχή και ένα ευχαριστώ και έπαιρνε μία γεύση για να μην προσβάλει αυτούς που τον τιμούσαν.

Έφτανε στο σημείο όταν τον αποκαλούσαν Άγιο, να τους απαντά: «Το δικό σου το σόι, δεν είναι σόι». Πολλές φορές όμως όταν πήγαινε να κάνει τον οργισμένο δεν τα κατάφερνε καλά, αν και η κορμοστασιά του, ύψος 1,80, του έδινε την κατάλληλη όψη. Τότε έλεγε δήθεν θυμωμένα τα εξής λόγια: «Να, τέτοιος είμαι, δεν βλέπετε; Τι νομίζετε ότι είμαι, Άγιος;». Ειδικά στις γυναίκες παρουσιαζόταν πιο αυστηρός και πιο ιδιότροπος, γιατί αυτές τον είχαν σε περισσότερη ευλάβεια και έκαναν σαν τρελές ποιά θα τον πρωτοπεριποιηθεί και θα του κουβαλήσει φαγητά.

Όταν λοιπόν κάποια γυναίκα του πήγαινε ωραίο φαγητό της έλεγε απότομα ότι είναι πολύ λίγο και δεν το δεχόταν. Άλλη φορά έλεγε πάλι απότομα πως δεν είναι καλομαγειρεμένο και την έδιωχνε ξανά. Οι γυναίκες τότε τα έχαναν από αυτή την συμπεριφορά και δεν έβγαζαν άκρη.

Μία φορά χαρακτηριστικά μία Φαρασιώτισα του είχε στείλει ένα μικρό τσουκάλι φαγητό και ο Άγιος μόλις το είδε, είπε στο παιδί που το έφερε: «-Τι είναι αυτό;» « -Φαγητό, μου το έδωσε η μάννα μου να σας το φέρω», απάντησε το παιδί. Τότε ο άγιος μίλησε θυμωμένα: «-Να πεις τη μάνα σου, τι να μου κάνει ένα μικρό τσουκάλι; Εγώ για να χορτάσω θέλω εφτά τέτοια». Όταν πάλι του πήγαιναν μεγάλο τσουκάλι με φαγητό, ο Άγιος άνοιγε το καπάκι δήθεν για να δει αν ήταν καλομεγειρεμένο και αφού σούφρωνε τα φρύδια του έλεγε πάλι οργισμένα: «-Τέτοιο φαγητό που είναι να το πάρεις και να φύγεις και να το φας εσύ και η μάνα σου»!

Παρουσιαζόταν σαν σκληρός, θυμώδης, οξύθυμος, απόπερνε τις διάφορες γυναίκες, που από αγάπη για αυτόν και ευγνωμοσύνη προσπαθούσαν να τον βοηθήσουν, με διάφορους τρόπους, να του μαγειρεύουν και να του στέλλουν φαγητό. Όπως χαρακτηριστικά έλεγε στον πιστό του φίλο και ψάλτη Πρόδρομο τα εξής: ‘Εάν ήθελα να με υπηρετούν γυναίκες, θα γινόμουν έγγαμος ιερεύς και θα με υπηρετούσε παπαδιά. Τον καλόγερο που τον υπηρετούν γυναίκες, δεν είναι καλόγερος’.

Ζ. Το προορατικό του χάρισμα

Εκτός από τα άλλα του χαρίσματα είχε και το προορατικό χάρισμα. Είχε πληροφορηθεί από τον Θεό, πώς θα έφευγαν για την Ελλάδα και έγινε στις 14 Αυγούστου του 1924 με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Γνώριζε από προηγουμένως και τον θάνατό του και ότι αυτός θα συνέβαινε σ’ ένα νησί.

Επίλογος

Σήμερα έχουμε μεγάλη ανάγκη από θαυματουργούς Αγίους σαν το Άγιο Αρσένιο. Γιατί έχουν τόσο «βαρυνθεί αι καρδίαι εν μερίμναις βιοτικαίς» ώστε μόνο με εντυπωσιακά υπερφυσικά φαινόμενα μπορεί να προκληθεί η αφύπνιση των κοιμωμένων συνειδήσεών μας. Αν όμως είναι νεκρά τα αισθητήρια της ψυχής μας «ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται».

Λοιπόν σε μια εποχή πνευματικής σύγχυσης που κινδυνεύουν να πλανηθούν και οι εκλεκτοί η παρουσία μέσα στην εκκλησία μας του μεγάλου αυτού ασκητικού πατέρα μας είναι αληθινή ευλογία γιατί με τον βίο του και την πολιτεία του διδάσκει όλους εμάς. Ο κόσμος κουράστηκε από τους ανούσιους θεολογικούς βερμπαλισμούς και από τους κενούς και αβίωτους λόγους, που τείνουν να αλλοιώσουν το γνήσιο πατερικό πνεύμα. Στο βάθος βέβαια πρόκειται για αλλοίωση της Ευαγγελικής διδασκαλίας.

Η αλήθεια είναι ότι ουδείς μετά ανέσεως εισήλθε στην βασιλεία των ουρανών. οι άγιοι έφθασαν στην ανάσταση αφού προηγουμένως βάδισαν την οδό του μαρτυρίου. Και πράττοντας δίδασκαν ότι χωρίς θλίψεις ασκητικές, χωρίς αδιάλειπτη προσευχή, χωρίς ταπείνωση, χωρίς κάθαρση από τα πάθη, χωρίς αγάπη στο Θεό και στον πλησίον δεν μπορείς να χαίρεσαι τη χαρά του Χριστού. Βεβαιώνει με τον βίο του ο Άγιος Αρσένιος ότι η αγιότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την άσκηση. Και αυτοί που παρακάμπτουν την άσκηση, ενώ προσκυνούν τους αγίους πέφτουν σε μια πνευματική σχιζοφρένεια.

Ο άγιος με τους πνευματικούς αγώνες του, με την βαθειά ταπείνωσή του και τη διπλή αγάπη προς το Θεό και τους ανθρώπους έγινε σκεύος εκλογής, έλαβε τη χάρη της θαυματουργίας και με το φως του το πνευματικό έλαμψε στους καιρούς μας την Εκκλησία του Χριστού.

Και τώρα, αγιότατε πάτερ Αρσένιε, που τον αγώνα τον καλό αγωνίστηκες, τον δρόμο τελείωσες, την πίστη εφύλαξες. Ο Χριστός σε στεφάνωσε ως νικητή. Και τώρα που βρίσκεσαι σ᾽ αυτή την ασύλληπτη από μας τους σαρκοφόρους μακαριότητα, μέσα στο αιώνιο και ανέσπερο φως που εκπέμπεται από την αγία και μακαρία Τριάδα μη παύσεις να πρεσβεύεις υπέρ ημών των περιλειπομένων.

ΠΗΓΗ: http://fdathanasiou.wordpress.com