ΣΤΗΝ ΟΔΟ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΒΗΘΛΕΕΜ

                                                               Στήν ὁδό πρός τήν Βηθλεέμ

«Και ἰδού ὁ ἀστήρ ὃν εἶδον ἐν τῇ ἀνατολῇ προῆγεν αὐτούς, ἕως ἐλθών ἔστη ἐπάνω οὗ ἦν το παιδίον· ἰδόντες δε τον ἀστέρα ἐχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα» (Ματθ. Β’ στ. 9-10). Δηλαδή: τό ἄστρο, πού εἶδαν οι μάγοι ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἀνατολῆς του, πήγαινε μπροστά ἀπ’ αὐτούς, ἕως ὅτου ἦλθε καί στάθηκε πάνω ἀπό τό σπίτι πού ἦταν τό παιδίον. Κι ὅταν οἱ μάγοι εἶδαν τόν ἀστέρα, χάρηκαν μέ πολύ μεγάλη χαρά.

Θαυμαστά ὁμολογουμένως πράγματα συμβαίνουν μέ τούς μάγους. Ἡ ἀνατολή τοῦ ἀσυνήθιστου ἀστέρος τούς πείθει ὅτι κάτι τό ἔκτακτο συνέβη. Ἀναλαμβάνουν πορεία μακρινή προκειμένου νά διακριβώσουν τό γεγονός τό ὁποῖο ἐντόπισαν στή γέννηση βασιλέως. Πληροφοροῦνται στά Ἱεροσόλυμα ὅτι στή Βηθλεέμ γεννιέται ὁ Χριστός. Ξεκινοῦν γιά ἐκεῖ, καί ἰδού ὁ θαυμαστός πάλι ἀστήρ παρουσιάζεται γιά νά τούς ὁδηγήσει. Προπορεύεται ὁ ἀστήρ καί ἀκολουθοῦν ἐκεῖνοι. Ἀσφαλέστατος ὁδηγός, κάτα κάποιο τρόπο τούς χειραγωγεῖ καί τούς κατευθύνει, ὥστε ὄχι μόνο νά φθάσουν μέ ἀσφάλεια στή Βηθλεέμ, ἀλλά καί νά βροῦν τήν οἰκία στήν ὁποία βρισκόταν ὁ Ἰησοῦς μέ τή μητέρα του. Καί ἦταν ἀνάγκη νά γίνει αὐτό. Διότι τί θά ζητοῦσαν ἐκεῖ στή Βηθλεέμ; Καί πῶς θά ἔβρισκαν τόν ποθητό τους βασιλιά, πού ἦταν τόσο ἄγνωστος ἐκεῖ στή Βηθλεέμ, ἐάν δέν ἔδειχνε τό θαυμαστό ἄστρο καί τό σπίτι, μέσα στό ὁποῖο ζεῖ τό νεογέννητο παιδίον; Μήπως ἦταν ἄλλωστε κάποια κατοικία ἑξαιρετικά μεγάλη καί ὡραία αὐτή στήν ὁποία βρίσκεται ὁ «κλίνας οὐρανούς καί καταβάς»;

Μικρό καί πτωχό θά ἦταν ἀσφαλῶς καί αὐτό στό ὁποῖο θά φιλοξενήθηκε ἡ ἁγία οἰκογένεια. Ἔπρεπε ὅμως οἱ μάγοι νά τό βροῦν. Καί ὁ Θεός τούς καθοδηγεῖ μέ τόση ἀσφάλεια μέ τόν θαυμαστό ἀστέρα. Μεγάλο πνευματικό δίδαγμα κρύβεται στόν στίχο αὐτό. Γιά νά βρεῖς καί νά ἀνακαλύψεις τόν Χριστό θά σέ βοηθήσει ὁ οὐρανός. Θά σοῦ δώσει ὁ Θεός φωτισμό. Θά σέ καθοδηγήσει μέ τρόπους πού πηγάζουν ἀπό τή σοφία του καί τήν ἀγάπη του. Ὅμως τόν Χριστό μή τόν ζητήσεις στά πλούτη, στή χλιδή, σέ ἀνθρώπινες ἐκδηλώσεις πού εἶναι γεμάτες φαντασία καί ἐπίδειξη.

Ὁ Χριστός εἶναι ὁ ταπεινός. Ἀνακαλύπτεται ἀπό τούς ταπεινούς. Ἀποκαλύπτεται σ’ ὅσους ἔχουν διάθεση νά ἀφανίζουν τόν ἑαυτό τους, καί νά ζοῦν μόνο γιά τόν Χριστό. «Ἰδόντες τόν ἀστέρα ἐχάρησαν χαράν μεγάλην σφόδρα». Πῶς νά μή χαροῦν; Πῶς οἱ καρδιές τους νά μή γεμίσουν ἀπό ἅγιο ἐνθουσιασμό καί ὑπερκόσμια χαρά; Βεβαιώνονται μέ τόν τρόπο αὐτό ὅτι βαδίζουν μέ ἀσφάλεια· ὅτι οἱ κόποι τους καί ἡ μακρινή τους ὁδοιπορία δέν θά πέσουν στό κενό· ὅτι ὁ σκοπός τους ὁπωσδήποτε θά ἐκπληρωθεῖ. Ὅταν ὁ πιστός βαδίζει τόν δρόμο πρός τήν ἄλλη ἐκείνη Βηθλεέμ, πρός τόν οὐρανό, ὅπου βρίσκεται ὁ Χριστός, ὄχι ὡς πτωχό νήπιο, ἀλλά ὡς Θεός παντοδύναμος, καί ἔχει σαφῆ τά δείγματα τοῦ ἐσωτερικοῦ του φωτισμοῦ, ὅτι προχωρᾶ ὀρθά καί μέ ἀσφάλεια στήν ἐκπλήρωση τοῦ προορισμοῦ του, εἶναι φυσικό νά χαίρεται.

Χαίρεται μέ μιά χαρά πού τόσο πολύ τόν ἱκανοποιεῖ καί τόν βεβαιώνει, ὅτι πλησιάζει νά δεῖ καί νά ἀπολαύσει τόν Χριστό. Νά τόν δεῖ «πρόσωπον πρός πρόσωπον», νά τοῦ μιλήσει· νά καταθέσει μπροστά του τήν κλήση στήν ὁποία τόν κάλεσε, τήν εὐλογημένη ἔκβαση τῆς πορείας του. Ὤ! Ἄς μᾶς ὁδήγει ὁ φωτεινός ἀστήρ τῆς πίστεως, ἕως ὅτου φθάσουμε στήν αἰώνια πατρίδα μας.

ΟΙ ΜΑΓΟΙ

«Ἀπαρχές των ἐθνῶν» ὀνόμασαν τούς Μάγους. Καί πολύ ἐπιτυχημένα. Διότι προέρχονταν ἀπό τόν ἐθνικό, τόν εἰδωλολατρικό κόσμο. Ἀπό τόν κόσμο ὁ ὁποῖος δέχθηκε μέ τόση προθυμία τό κήρυγμα γιά τόν ἐνανθρωπήσαντα Θεό ἀπό τό στόμα τῶν Ἀποστόλων καί συγκρότησε ὀνομαστές Ἐκκλησίες, ἀπό τίς ὁποῖες δοξάσθηκε ὁ Θεός. Καί εἶναι πράγματι θαυμαστό τό φαινόμενο πού ἐκθέτει ὁ Ἱερός Εὐαγγελιστής. Ἄνθρωποι ἄγνωστοι ἀπό τά βάθη τῆς ἀνατολῆς νά ξεκινήσουν, γιά νά ἔλθουν νά προσκυνήσουν τόν Ἰησοῦ, τόν βασιλιά πού γεννήθηκε. Ἀλλά ὅλο τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου δέν εἶναι θαῦμα; Θαῦμα, πού τόσο δύσκολα μπορεῖ νά συλλάβει ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου; Τί τό παράδοξο, λοιπόν, ἄν μέσα στό ὅλο θαῦμα καί μυστήριο προστεθεῖ καί τό ἀξιοπρόσεκτο γεγονός τῆς προσκυνήσεως τῶν Μάγων;

Τήν ἱστορία τῆς προσκυνήσεως τῶν Μάγων μόνο ὁ ἱερός Ματθαῖος τήν περιέλαβε στό Εὐαγγέλιό Του. Ὁ Μάρκος δέν ἀσχολεῖται καθόλου μέ τήν παιδική ἡλικία τοῦ Ἰησοῦ Ὁ Λουκᾶς, καθώς γράφει ἰδιαιτέρως πρός τούς Ἕλληνες, παρασιωπᾶ τό γεγονός καί μᾶς περιγράφει μόνο τήν προσκύνηση τῶν ποιμένων στή φάτνη. Δέν θά ἤμασταν ἔξω ἀπ’ τήν ἀλήθεια, ἄν λέγαμε ὅτι εἶναι καί αὐτό ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης καί τοῦ φωτισμοῦ τοῦ Θεοῦ, ἀπό τίς διηγήσεις τῶν Ἱερῶν Εὐαγγελιστῶν νά σχηματίζουμε μία σαφέστερη εἰκόνα «τοῦ μυστηριου τοῦ ἀποκεκρυμένου ἀπό τῶν αἰώνων καί ἀπό τῶν γενεῶν» ἐν τῷ Θεῷ καί νά κινούμαστε σέ δοξολογία Ἐκείνου, ὁ Ὁποῖος «ἐκένωσε» τόν ἑαυτό του γιά τή σωτηρία μας.

Νά λοιπόν πῶς ἀρχίζει ὁ ἱερός Εὐαγγελιστής τή διήγησή του. «Τοῦ δὲ Ἰησοῦ γεννηθέντος ἐν Βηθλεὲμ τῆς Ἰουδαίας ἐν ἡμέραις Ἡρῴδου τοῦ βασιλέως, ἰδοὺ μάγοι ἀπὸ ἀνατολῶν παρεγένοντο εἰς Ἱεροσόλυμα λέγοντες· ποῦ ἐστιν ὁ τεχθεὶς βασιλεὺς τῶν Ἰουδαίων; εἴδομεν γὰρ αὐτοῦ τὸν ἀστέρα ἐν τῇ ἀνατολῇ καὶ ἤλθομεν προσκυνῆσαι αὐτῷ» (Ματθ. β΄ 1-2). Δηλαδή: ὅταν ὁ Ἰησοῦς γεννήθηκε στήν Βηθλεέμ τῆς Ἰουδαίας στίς ἡμέρες τοῦ βασιλέως Ἡρώδη, σοφοί ἀστρολόγοι ἀπό τά μέρη τῆς ἀνατολῆς ἦλθαν στά Ἱεροσόλυμα, καί εἶπαν: Ποῦ εἶναι ὁ βασιλεύς τῶν Ἰουδαίων, πού τώρα τελευταῖα γεννήθηκε; Διότι εἴδαμε τό ἀστέρι του, τήν ὥρα πού μέ τήν ἀνατολή του ἔδινε εἴδηση γιά τή γέννηση τοῦ νέου βασιλιᾶ· καί ἤλθαμε νά τόν προσκυνήσουμε.

Τί ἦταν ὅμως οἱ μάγοι; Μάγοι ὀνομάζονταν ἀπό τούς λαούς τῆς ἀνατολῆς οἱ ἄνθρωποι οἱ σοφοί, οἱ διδάσκαλοι, οἱ ἱερεῖς, οἱ ἰατροί, οἱ ἀστρολόγοι, οἱ μάντεις, οἱ ἑρμηνευτές τῶν ὀνείρων. Κατά τήν ὁμόφωνη παράδοση τῆς Ἐκκλησίας οἱ μάγοι πού ἦλθαν νά προσκυνήσουν τόν Κύριο πού γεννήθηκε ἦταν σοφοί ἀνατολίτες ἀστρολόγοι, οἱ ὁποῖοι ἀπό τήν ἀνατολή κάποιου παραδόξου ἀστέρος διαπίστωσαν τήν πρόσφατη γέννησή του Μεσσία. Δέν γνωρίζουμε ἐάν αὐτοί ἦταν βασιλεῖς, ὅπως ἀπό πολύ παλαιά ὑποστηρίχθηκε ἀπό μερικούς. Οὔτε εἶναι γνωστό ἐάν ἦταν ἱερεῖς. Τό μόνο βέβαιο εἶναι, ὅτι ἦταν ἄνθρωποι μέ σοφία καί ἐνασχολήσεις ἀνώτερες, κατεῖχαν μάλιστα καί πλοῦτο, ὅπως μπορεῖ κανείς νά συμπεράνει ἀπό τά δῶρα πού πρόσφεραν στόν Κύριο πού γεννήθηκε. Οὔτε γιά τόν ἀριθμό τῶν μάγων μποροῦμε νά εἴμαστε βέβαιοι. Ὑποστηρίχθηκε ὅτι ἦταν τρεῖς. Ἀλλά αὐτό μᾶλλον ἔχει τήν ἀρχή του στό ὅτι πρόσφεραν τριῶν εἰδῶν δῶρα. Αὐτό ὅμως δέν ἀποκλείει νά ἦταν λιγότεροι ἤ καί περισσότεροι. Καί ποιά ἦταν ἡ πατρίδα τους; Ὁ Εὐαγγελιστής περιορίζεται ἁπλῶς νά σημειώσει, οἱ μάγοι ἦλθαν «ἀπό ἀνατολῶν».

Τί ἐννοεῖ ὅμως μέ τή φράση αὐτή; Ἄγνωστο. Ὡς Ἀνατολή εἶναι γνωστό ὅτι ἐννοοῦνταν ἡ χώρα πέρα ἀπό τόν Ἰορδάνη καί τή Νεκρά θάλασσα. Ὅμως ἀπό ποῦ ἀκριβῶς ξεκίνησαν οἱ σοφοί ἀστρολόγοι δέν γνωρίζουμε. Δέν θεώρησε ἀπαραίτητο ὁ Θεός νά μᾶς τό καθορίσει. Ἴσως προέρχονταν ἀπό τήν Ἀραβία. Καί σ’ αὐτό ἐπιμαρτυρεῖ τό γεγονός ὅτι τά δῶρα πού πρόσφεραν, εἶναι ἀπό τήν Ἀραβία. Ἐνδέχεται ὅμως νά προέρχονταν καί ἀπό τήν Περσία, ἤ καί ἀπό ἄλλη χώρα τῆς ἀνατολῆς. Τό πράγμα δέν ἔχει οὐσιαστική σημασία. Σημασία ὅμως ἔχει αὐτό: ὅτι δηλαδή ἀμέσως μετά ἀπό τή Γέννησή του ὁ Κύριος εἵλκυσε στόν Ἑαυτό του Μάγους καί σοφούς. Διότι ἡ πραγματική σοφία ἔχει αὐτό τό γνώρισμα: ἀναγνωριζει ὅτι εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἀπό Ἐκεῖνον προέρχεται, καί Ἐκεῖνος εἶναι ἡ πηγή της. Καί οἱ πραγματικοί σοφοί καταθέτουν τή σοφία τους στά πόδια Ἐκείνου καί διακηρύττουν ὅτι μακριά ἀπό τόν Θεό μπορεῖ νά ὑπάρχει πονηρία καί ἐξυπνάδα, πού τή χρησιμοποιεῖ ὁ ἄνθρωπος γιά νά πετυχαίνει διάφορες κατακτήσεις, ἀληθινή ὅμως σοφία δέν ὑπάρχει. Καί διαμέσου τῶν αἰώνων ἡ ἀλήθεια αὐτή ἐπαναλαμβάνεται.

Οἱ ἀληθινοί σοφοί εἶναι ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, ἀφοσιωμενοι στόν Θεό, πιστοί στόν Θεό. Οἱ ἡμιμαθεῖς καί αὐτοί πού διαθέτουν ἐπιπόλαιη μόρφωση, αὐτοί μόνο περιφρονοῦν τόν Θεό καί κομπάζουν γιά τίς γνώσεις τους. Ἀλλά οἱ γνώσεις τους αὐτές εἶναι χωρίς καμμία ἀξία. Καί χρησιμοποιοῦνται συνήθως ὄχι «πρός οἰκοδομήν», ἀλλά γιά γκρέμισμα. Γκρέμισμα τῶν πεποιθήσεων τῶν ἀνθρώπων πού δέν εἶναι στηριγμένοι στόν Θεό. Ποιός ἀμφιβάλλει ὅτι γιά τό γκρέμισμα αὐτό θά δώσουν μία ἡμέρα λόγο στόν Κριτή;

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «Παιδίον εγεννήθη ημίν» (Γεωργίου Δημόπουλου)