† Στέργιος Ν. Σάκκος
Άλλοτε με επιφυλακτικότητα και δυσπιστία, άλλοτε με οργή και αγανάκτηση ή με ετοιμοπόλεμα τα βέλη της ειρωνείας, κάποτε ίσως με ειλικρινές ενδιαφέρον και καλοπροαίρετη διάθεση ακούγεται από ποικίλες κατευθύνσεις το ερώτημα: Τι κάνει η Εκκλησία; Τι κάνει για το σύγχρονο άνθρωπο και για τα σοβαρά προβλήματα που καθημερινά τον μαστίζουν, τον φοβίζουν, τον αγχώνουν και συχνά τον απελπίζουν, τον γονατίζουν; Τι κάνει για την ανεργία που διογκώνεται απειλητικά, για τη φτώχεια που σφίγγει ασφυκτικά στα πλοκάμια της όλο και περισσότερα νοικοκυριά, για την ανεξέλεγκτη μετανάστευση που αλλοιώνει και διαβρώνει τον κοινωνικό ιστό, για την οικογένεια που διαλύεται, για τη νεότητα που παραπαίει, για την ώριμη ηλικία που σαλεύεται, για τα γηρατειά που μαραζώνουν στην εγκατάλειψη; Και εκείνοι που δεν αντιμετωπίζουν κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα; Εκείνοι δεν τη χρειάζονται, άραγε, την Εκκλησία; Τι έχει να τους προσφέρει και τι οι ίδιοι μπορούν να περιμένουν από την Εκκλησία;
Θα μάκραινε πολύ ο κατάλογος, αν θέλαμε να καταγράψουμε όλα τα ερωτήματα και, φυσικά, δεν αρκεί ο περιορισμένος χώρος ενός άρθρου για να δοθεί απάντηση σε όλα αυτά. Θεωρώ, ωστόσο, πρακτικό αλλά και αναγκαίο να ξεκινήσω από μια διάκριση, που αφορά στην υφή και κατ’ επέκταση στο έργο της Εκκλησίας. Η Εκκλησία δεν είναι, βέβαια, το κτίσμα του ναού, ούτε ορισμένα πράγματα ή πρόσωπα ιερά και σπουδαία. Αλίμονο, αν περιορίσουμε εκεί την Εκκλησία. Τη μεταβάλλουμε σε ένα αρχαιολογικό μουσείο ή σε μια κλειστή συντεχνιακή κάστα. Η Εκκλησία είναι η αγία και αιώνια βασιλεία του Θεού, η ζωντανή οικογένειά του πάνω στη γη, είναι η πνευματική μάνα μας. Δεν μπορείς να έχεις το Θεό πατέρα, αν δεν έχεις την Εκκλησία μητέρα. Ακριβέστερα, όπως το διατύπωσε ο άγιος Αυγουστίνος: «η Εκκλησία είναι ο ίδιος ο Ιησούς παρατεινόμενος στους αιώνες». Μέλη αυτού του μυστικού σώματος του Χριστού είναι όλοι οι βαπτισμένοι στο όνομα της αγίας Τριάδος, κλήρος και λαός.
Θεάνθρωπος ο Ιησούς Χριστός, θεανθρώπινη είναι και η Εκκλησία. Το άχραντο σώμα της έχει τίμια κεφαλή τον Ιησού Χριστό και μέλη τους ανθρώπους, που ελεύθερα συνεργάζονται με το Θεό για τη σωτηρία τη δική τους και του κόσμου. Είναι όντως καταπληκτικό ότι ο παντοδύναμος Θεός, που με ένα λόγο του δημιούργησε το σύμπαν, τη φυσική δημιουργία, για την πνευματική αναδημιουργία, την Εκκλησία, την καινή κτίση, ζητά τη συνεργασία των ανθρώπων. Μέσα στην Εκκλησία γινόμαστε όχι μόνο «κοινωνοί θείας φύσεως» αλλά και «συνεργοί Θεού», συνεργάτες στο έργο του.
Αναμφίβολα η υψηλότερη, η πρώτη και μεγάλη προσφορά της ανθρωπότητας στο έργο του Θεού είναι η Παρθένος Μαρία. Αυτή πρόσφερε τον εαυτό της για να γίνει η μητέρα του θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Πρόσφερε την υπακοή της, τη ζωή της όλη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Αυτό ζητά από τον άνθρωπο ο Θεός, την υπακοή, που εκφράζεται με την πίστη και τη μετάνοια, τα απαραίτητα στοιχεία, για να βαπτιστεί κάποιος, να ενταχθεί και να παραμείνει στην Εκκλησία.
Έχει ακόμη να δείξει η ανθρωπότητα στη συνεργασία της αυτή με το Θεό, τέσσερα ιδιαίτερα σημαντικά πράγματα. Είναι: τα δάκρυα της μετανοίας του κάθε αμαρτωλού, ο ιδρώτας των ιεραποστόλων, που κοπιάζουν να φέρουν το μήνυμα του Ευαγγελίου σε κάθε ψυχή, το αίμα των μαρτύρων, που έδωσαν τη ζωή τους για το Χριστό και το μελάνι των αγίων πατέρων, που φωτισμένα ερμήνευσαν το λόγο του Θεού, στιγμάτισαν τις αιρέσεις και κράτησαν ανόθευτη την αλήθεια της ορθοδόξου πίστεως.
Η αποστολή της Εκκλησίας είναι η ίδια η αποστολή του θεανθρώπου Ιησού Χριστού. Τι έκανε στον κόσμο Εκείνος; Το ίδιο κάνει και η Εκκλησία: Κηρύττει, διδάσκει και αγιάζει το λαό του Θεού. Καλεί τον άνθρωπο, τον κάθε πεσμένο άνθρωπο, να σηκωθεί από την πτώση του. Κι όταν εκείνος δεχτεί, τον καθαρίζει από την αμαρτία, του θεραπεύει τα τραύματα, τον χειραγωγεί στη σωτηρία, που θα πει αγιάζει την καθημερινότητά του. Διότι η σωτηρία δεν είναι κάτι μελλοντικό και αβέβαιο. Αρχίζει από το σήμερα, αφού ο Χριστός δεν περιορίζεται στο χρόνο και η αιώνια βασιλεία του ενώνει το παρόν με την αιωνιότητα.
Δεν αδιαφορεί-όχι!- η Εκκλησία για τα βιοτικά θέματα. Δε μένει ασυγκίνητη από την ασθένεια, τη φτώχεια, την αδικία, τη δυστυχία των ανθρώπων, όπως δεν έμεινε ασυγκίνητος και αδιάφορος ο Ιησούς Χριστός. Εκείνος, κατά τη μαρτυρία της ιστορίας «διῆλθεν εὐεργετῶν και ἰώμενος» (Πρξ 10,38). Το ίδιο κάνει και η Εκκλησία. Νοιάζεται για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, έχει όμως τη δική της πρόταση για την αντιμετώπισή του. Δεν ταυτίζεται με τις ποικιλώνυμες κοινωνικές οργανώσεις ούτε τις συναγωνίζεται. Δουλεύει με έναν τελείως διαφορετικό, δικό της τρόπο. Κάνοντας προσιτή στον άνθρωπο τη διάσταση της αιωνιότητας, τον μαθαίνει να αξιολογεί την κάθε στιγμή και κάθε πράξη του παρόντος με την αιώνια αξία της. Έτσι η αγάπη, η δικαιοσύνη, η συμφιλίωση, η ειρήνη, ό,τι καλό χρειάζεται η κοινωνία δεν επιδιώκονται δεοντολογικά, υπάρχουν οντολογικά μέσα στην Εκκλησία. Σ’ αυτήν οι άνθρωποι γίνονται αδερφοί. Η αδερφοσύνη είναι ασύγκριτα ανώτερη από τη δικαιοσύνη. Παράδειγμα η πρωτοχριστιανική κοινωνία, όπου «ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά» (Πρξ 4,32). Η αλληλεγγύη εκεί δεν επιβλήθηκε με διαταγές και νόμους, αλλά με την ελεύθερη βούληση του κάθε πιστού καταργήθηκε, λέγει ο άγιος Χρυσόστομος «τό ἁμαρτωλόν ρῆμα “τό δικό μου” καί “τό δικό σου”».
Αν λείπει αυτή η ελεύθερη βούληση για τη βίωση του ευαγγελικού μηνύματος, δεν μπορούμε να κατηγορούμε την Εκκλησία. Εξάλλου, όπως ήδη λέχθηκε, Εκκλησία είμαστε όλοι οι χριστιανοί, ποιμένες και ποίμνιο, διοίκηση και λαός. Όταν λοιπόν εμείς, ο λεγόμενος ορθόδοξος χριστιανικός λαός, δεν εφαρμόζουμε αυτά που ο Χριστός διδάσκει, μπορούμε να τον κατηγορούμε ότι δε λύνει τα προβλήματά μας; Διότι το Χριστό κατηγορούμε στο όνομα της Εκκλησίας. Βεβαίως, δεν μπορώ εγώ ο ταπεινός και άσημος πολίτης να λύσω το κοινωνικό πρόβλημα, να επιβάλλω π.χ. τη δικαιοσύνη. Μπορώ όμως ο ίδιος να μην αδικώ! Δεν είναι στις δικές μου δυνατότητες να εξαλείψω τη φτώχεια. Μπορώ όμως κάτι να εξοικονομήσω, έστω από το υστέρημά μου, για να συντρέξω κάποιον πιο φτωχό από εμένα!
Κοντολογίς, το ερώτημα δεν είναι «τι κάνει η Εκκλησία;». Είναι «τι κάνω εγώ;», αφού και εγώ συμπεριλαμβάνομαι στην Εκκλησία.
Πηγή: περιοδικό «ΑΠΟΛΥΤΡΩΣΙΣ» (Ιούλιος- Αύγουστος 2012)