Η ΠΟΡΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Άγιος Απόστολος Παύλος: Το σκεύος εκλογής του Θεού και Απόστολος των Ελλήνων 

Ο μαθητής και συνοδοιπόρος του Αποστόλου Παύλου, Απόστολος και Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει αναλυτικά στο βιβλίο των Πράξεων των Αποστόλων την γεμάτη δυσκολίες πορεία και τα βήματα του διδασκάλου της αγάπης, του Αγίου Απ. Παύλου στην Ελλάδα. Ο Απ. Παύλος ενδιαφέρθηκε για την σωτηρία των ειδωλολατρών και είδε αυτό που αργότερα έγινε ξεκάθαρο. Ότι δηλαδή ο Χριστός μίλησε στην καρδιά των Ελλήνων, κάλυψε το εσωτερικό τους κενό και έτσι, οι Έλληνες έγιναν οι πρωτοπόροι και διδάσκαλοι της αλήθειας.

Για τους επόμενους τρεις αιώνες, ένα μεγάλο πλήθος Ελλήνων Χριστιανών υπέμεινε για τον Χριστό τους σκληρούς διωγμούς και τον μαρτυρικό θάνατο. Η σπορά του θείου Παύλου στην Ελλάδα δεν έμεινε ακαλλιέργητη. Και βέβαια, από τη χώρα μας τέθηκαν τα θεμέλια του εκχριστιανισμού όλης της Ευρώπης.

Από τη Μ. Ασία στη Σαμοθράκη

Ο Άγιος Παύλος λοιπόν βρίσκεται στην Τρωάδα (Τροία) κατά την διάρκεια της δεύτερης αποστολικής του περιοδείας, λίγο πριν ή μετά το 50 μ.Χ., συνοδευόμενος σίγουρα από τους Αποστόλους Τιμόθεο και Σίλα και πιθανώς, από τον Απ. Λουκά, που όπως είπαμε, καταγράφει τα γενόμενα. Κατά τη διάρκεια μιας νύχτας βλέπει ένα όραμα με έναν άνδρα Μακεδόνα να τον καλεί να έρθει στη Μακεδονία για να τους βοηθήσει. Ο Απ. Παύλος έχοντας πεποίθηση ότι ο Χριστός τον καθοδηγεί στην περιοδεία του, αντιλαμβάνεται το θεϊκό κάλεσμα και αναζητά κάποιο πλοίο για να περάσει στην Μακεδονία. Ξεκινά λοιπόν από τις ακτές της Μ. Ασίας και κάνει στάση για μια ημέρα στη βόρεια πλευρά της Σαμοθράκης, στη σημερινή Παλαιάπολη.

Το όμορφο και ιστορικό νησί της Σαμοθράκης γίνεται η πύλη εισόδου του Χριστιανισμού στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Σήμερα στο μέρος αυτό υπάρχει το «Στασίδι του Αποστόλου Παύλου» (φωτ.).

Στους Φιλίππους

Από εκεί ο Απ. Παύλος περνά στη Νεάπολη, τη σημερινή δηλαδή πόλη της Καβάλας, όπου κάνει τα πρώτα του βήματα στην ευρωπαϊκή ενδοχώρα (σήμερα στην Καβάλα υπάρχει το μοναστήρι του Αγίου Αποστόλου Σίλα, από όπου πέρασαν οι Απόστολοι Παύλος, Σίλας, Τιμόθεος και Λουκάς). Ωστόσο, η πιο σημαντική πόλη στα ρωμαϊκά εκείνα χρόνια βρισκόταν λίγο βόρεια της Νεάπολης, οι Φίλιπποι, πόλη που δημιούργησε ο πατέρας του Μ. Αλεξάνδρου (Φίλιππος Β’). Εκεί που σήμερα βρίσκεται ένας από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα, στους Φιλίππους, ο Απ. Παύλος ιδρύει την πρώτη Εκκλησία στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Μια Εκκλησία που αγάπησε πολύ, καθώς την επισκέφθηκε άλλες δύο φορές και στην οποία απέστειλε μια από τις 14 του Επιστολές, την προς Φιλιππησίους Επιστολή.

Λίγο έξω από τους Φιλίππους υπάρχει ένας ποταμός, ο Ζυγάκτης, όπου ο Απ. Παύλος ξεκίνησε το κήρυγμα του. Μια γυναίκα, πωλήτρια πορφυρών υφασμάτων, η Λυδία η Φιλιππησία, ένιωσε τα λεγόμενα του Αποστόλου να γεμίζουν την καρδιά της και έτσι βαπτίστηκε Χριστιανή (η πρώτη στην Ελλάδα και την Ευρώπη) μαζί με την οικογένεια της. Μάλιστα, κάλεσε τον Απ. Παύλο και τους συνοδούς του στο σπίτι της προς φιλοξενία. Στον ίδιο χώρο σήμερα υπάρχει ιερός ναός-βαπτιστήριο της Αγίας Ισαποστόλου Λυδίας (εορτή 20 Μαΐου), αλλά και υπαίθριο βαπτιστήριο, όπου τελείται το μυστήριο του Βαπτίσματος σε ενήλικους (φωτ.).

Στους Φιλίππους ο Απ. Παύλος, μαζί με τον Απ. Σίλα, υπέστη βασανιστήρια, αλλά όπως και όλα τα άλλα τα υπέμεινε με χαρά για τον Χριστό. Εξαιτίας της θεραπείας μιας νεαρής κοπέλας, που ασχολιόταν με τη μαντεία και τη μαγεία, κατηγορήθηκαν ως ταραξίες της πόλεως και φυλακίστηκαν. Όμως ο Θεός δεν τους εγκατέλειψε, καθώς και οι ίδιοι δεν τον ξέχασαν, ψάλλοντας συνεχώς ύμνους στον Θεό. Με θαυματουργικό τρόπο (σεισμό), ο Θεός τους απελευθέρωσε, γεγονός που έκανε τον δεσμοφύλακα της φυλακής να πιστέψει και να βαπτιστεί.

Δέκα περίπου χρόνια αργότερα, από μια άλλη φυλακή, αυτή της Ρώμης, ο Απ. Παύλος στέλνει την Προς Φιλιππησίους Επιστολή, προκειμένου να στηρίξει τους Χριστιανούς των Φιλίππων, συμβουλεύοντας τους να ζουν με πίστη, θάρρος, ενότητα και ειρήνη, αναγεννημένοι κατά Χριστόν, όπως ζούσε και ο ίδιος. Στην Επιστολή αυτή αναφέρει το γνωστό «Εμοί το ζην Χριστός» (α’-21). Ότι δηλαδή ζωή του είναι ο Χριστός, ότι μέσα του πλέον ζει ο Χριστός.

Στη Θεσσαλονίκη

Ο Απ. Παύλος ενδιαφέρθηκε κυρίως να διδάξει στους συμπατριώτες του Ιουδαίους, που βρίσκονταν στην Ελλάδα. Αλλά βλέποντας με απογοήτευση την αδιαφορία και πολλές φορές εχθρική αντιμετώπιση που είχε απ’ αυτούς, στράφηκε πλέον με όλη του την αγάπη προς τον εθνικό κόσμο, τους Έλληνες. Αυτό έγινε ξεκάθαρο στη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με την παράδοση, κυνηγημένος από τους συμπατριώτες του στη Θεσ/νίκη, βγήκε από τα τείχη της σημερινής Άνω Πόλης, εκεί που αργότερα ιδρύθηκε η Μονή Βλατάδων. Ανατολικότερα από τη θέση όπου σήμερα βρίσκεται η Ιερά Πατριαρχική Μονή των Βλατάδων, κελάρυζε μια πηγή. Εκεί λέγεται πως κοντοστάθηκε ο Απ. Παύλος για να δροσιστεί. Στην πηγή αυτή που έμεινε γνωστή ως «αγίασμα του Αποστόλου Παύλου», τιμούσαν τον Απόστολο κάθε χρόνο. Μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, κτίσθηκε σε αυτό το σημείο μεγάλος ναός στη μνήμη του.

Στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας, πολλές κυρίως γυναίκες της Θεσ/νίκης βαπτίστηκαν Χριστιανές από το κήρυγμα του Απ. Παύλου. Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπισε στη Θεσ/νίκη, ο Απ. Παύλος δέθηκε με την Εκκλησία που ίδρυσε εκεί και αργότερα έστειλε δύο Επιστολές (Προς Θεσσαλονικείς Α’ και Β’) για να ενισχύσει τους Χριστιανούς της πόλης. Στην πρώτη απ’ αυτές, ο Απ. Παύλος συμβουλεύει τους Θεσσαλονικείς: «Πάντοτε χαίρετε, αδιαλείπτως προσεύχεσθε…» (Θεσ. Α’, ε’-16), ενώ τους συστήνει εγκράτεια και αγνότητα.

Στη Βέροια

Στην όμορφη πόλη της Βέροιας, οι Ιουδαίοι συμπατριώτες του Απ. Παύλου ήταν πιο ευγενικοί από εκείνους της Θεσσαλονίκης και με ενδιαφέρον άκουσαν τη διδασκαλία του Ευαγγελίου. Ανάμεσα στους ακροατές στη συναγωγή της πόλης ήταν πρόσωπα που άνηκαν σε εύπορες τάξεις, Εβραίοι και προσήλυτοι και μεγάλος αριθμός γυναικών. Σύντομα όμως, έφθασαν στη Θεσσαλονίκη ειδήσεις για τη δραστηριότητα του Απ. Παύλου. Οι εκεί εχθροί του έστειλαν ανθρώπους να δημιουργήσουν ταραχές. Αμέσως, οι σύντροφοι του, τον οδήγησαν μακριά από τη Βέροια.

Στο σημείο, όπου θεωρείται ότι στάθηκε ο Άγιος Παύλος και κήρυξε το Ευαγγέλιο προς τους κατοίκους της Αρχαίας Βέροιας, υπάρχει σήμερα το επιβλητικό «Βήμα του Αποστόλου Παύλου» (φωτ.).

Ο Απόστολος Παύλος στην Αθήνα

Ο Απόστολος Παύλος έφθασε στην Αθήνα (συγκεκριμένα στο Φάληρο) με πλοίο από τη Μακεδονία το 51 μ.Χ. Ο Απ. Παύλος αντίκρισε την πληθώρα των ειδώλων στην Αθήνα. Χαρακτηριστική ήταν η αναφορά του Απ. Παύλου στον βωμό του «αγνώστου Θεού», που φαίνεται να υπήρχαν αρκετοί εκείνη την εποχή στην Αθήνα.

Η διδασκαλία του προκάλεσε ενδιαφέρον σε κάποιους φιλοσόφους, αναζητητές της αλήθειας. Ο Απ. Παύλος ανέβηκε στον Άρειο Πάγο για να διδάξει για το Πρόσωπο και την Ανάσταση του Χριστού, διδασκαλία πάντως που δύσκολα θα δέχονταν οι ορθολογιστές Αθηναίοι. Λίγοι πίστεψαν, οι οποίοι αποτέλεσαν την πρώτη Χριστιανική Εκκλησία των Αθηνών. Ανάμεσα τους διακρινόταν ένας επίσημος Αθηναίος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και μια γυναίκα η Δάμαρις.

Στην Αθήνα πάντως τέθηκαν από τον Απ. Παύλο τα θεολογικά και φιλοσοφικά θεμέλια της επικοινωνίας και της ένωσης μεταξύ του Ελληνισμού και του Χριστιανισμού, ανοίγοντας τον δρόμο τους επόμενους αιώνες στους Πατέρες (όπως ο Μ. Βασίλειος και ο Ιερός Χρυσόστομος).

Στην Κόρινθο

Επόμενος σταθμός του Απ. Παύλου στην Ελλάδα ήταν η πόλη του πλούτου και της διαφθοράς, η Αρχαία Κόρινθος. Στην Κόρινθο, ο Απ. Παύλος (πολιούχος σήμερα της πόλης) συνδέθηκε με τον Ακύλα και την Πρισκίλλα, που ήταν και αυτοί, όπως και εκείνος, σκηνοποιοί και φαίνεται πως γνώριζαν ήδη για τον Ιησού. Έμεινε μαζί τους αρκετό διάστημα και κάθε Σάββατο δίδασκε τους Ιουδαίους και τους Έλληνες. Οι Ιουδαίοι στην πλειονότητά τους δεν πείθονταν ότι ο Ιησούς ήταν ο Μεσσίας. Οι Ιουδαίοι της Κορίνθου συνασπίσθηκαν εναντίον του Απ. Παύλου. Τον έσυραν στο δικαστήριο κατηγορώντας τον ότι προσπαθεί παράνομα να πείσει ανθρώπους να ακολουθήσουν τη διδασκαλία του.

Γι’ αυτό και ο Απόστολος Παύλος στράφηκε προς τον εθνικό κόσμο της Κορίνθου. Βρίσκει τους Κορίνθιους απλούς και ειλικρινείς. Γι’ αυτό και έμεινε ενάμισι χρόνο στην πόλη. Έπρεπε όμως να επιστρέψει στην Έφεσο. Αποχαιρέτησε τους εκεί αδερφούς και με συνοδεία τον Σίλα, τον Τιμόθεο, τον Ακύλα και την Πρίσκιλλα, αναχώρησε. Δεν ξέχασε όμως τους Χριστιανούς της Κορίνθου. Έγραψε έπειτα δύο υπέροχες Επιστολές (Προς Κορινθίους Α’ και Β’ ), οι οποίες έχουν σπουδαία θεολογικά μηνύματα. Στην πρώτη Επιστολή του προς τους Κορινθίους, στο κεφάλαιο 13, ο Απ. Παύλος αναφέρει τον καταπληκτικό Ύμνο της Αγάπης, όπου περιγράφει την ανωτερότητα της κορυφαίας αρετής, της αγάπης. Στην Β’ Προς Κορινθίους Επιστολή, ο θείος Απόστολος κάνει μια προσωπική εξομολόγηση, δηλώνοντας τον πειρασμό-ασθένεια που του επέτρεψε ο Θεός, για να δείξει ότι η δύναμη του Χριστιανού μπορεί να γίνει τέλεια και να γιγαντωθεί μέσα από την ασθένεια. Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζει ίνα μη υπεραίρωμαι. Υπέρ τούτου τρις τον Κύριον παρεκάλεσα ίνα αποστή απ’ εμού και ειρήκε μοι, αρκεί σοι η χάρις μου. Η γαρ δύναμίς μου εν ασθενεία τελειούται» (Κορ. Β’, κεφ. ιβ’,7-9).

Ολοκληρώνοντας αυτήν την περιοδεία του στην Ελλάδα, επιστρέφοντας στην Παλαιστίνη, ο Απ. Παύλος πέρασε από τις Κυκλάδες και τα Δωδεκάνησα, ενώ στην επόμενη περιοδεία του επισκέφθηκε πάλι την Ελλάδα και τις ίδιες πόλεις. Στο τελευταίο του ταξίδι πηγαίνοντας στη Ρώμη, πέρασε και από την Κρήτη. Στις ακτές της Κρήτης, ο Θεός προστάτεψε το πλοίο που μετέφερε τον Απ. Παύλο από φοβερή τρικυμία.

Ο Απ. Παύλος αγάπησε τόσο πολύ τον Χριστό, όπως και βέβαια αγαπήθηκε από τον Κύριο. Έγινε ο εκλεκτός του Θεού, σκεύος εκλογής Του και έτσι, από πολέμιος του, μετά την αποκάλυψη Του, έγινε ο πιο φλογερός Του απόστολος, έγινε ένα με τον Χριστό. Ο Χριστός τον κάλεσε και ο Παύλος ανταποκρίθηκε πλήρως, μέχρι το μαρτυρικό του θάνατο στη Ρώμη.

Η παρακαταθήκη του Αποστόλου Παύλου στην Ελλάδα

Εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια από την εποχή του Χριστού και του Απ. Παύλου, οι Έλληνες παραμένουν με την πρόνοια του Θεού, οι φύλακες και προστάτες του ορθού δόγματος, της Ορθοδοξίας, διδάσκαλοι της αρετής και της αγιότητος, της αναγέννησης του ανθρώπου. Από τους Αγίους Τόπους μέχρι και το Άγιον Όρος, οι Έλληνες είναι αυτοί που συνεχίζουν με αφανή και ταπεινό τρόπο τη φύλαξη των ιερών προσκυνημάτων, των αγίων λειψάνων και εικόνων, της ιεράς δηλαδή παρακαταθήκης του Θεού στον κόσμο.

Αυτό σήμερα εμάς τους σημερινούς Έλληνες, δεν πρέπει να μας δημιουργεί έπαρση, αλλά ευθύνη και υποχρέωση, κυρίως απέναντι προς τους Αγίους Πατέρες και προγόνους μας. Μακάρι να συνειδητοποιούμε, μαθαίνοντας και αγαπώντας τον πλούτο της ιεράς παράδοσης, τι σημαίνει η υπόστασή μας ως Έλληνες και Ορθόδοξοι. Ας ελπίσουμε ότι ο φιλάνθρωπος και αληθινός Θεός, δια πρεσβειών του Αγίου και Πρωτοκορυφαίου Αποστόλου Παύλου, δεν θα μας εγκαταλείψει στην σημερινή δύσκολη εποχή.

 

Επιμέλεια κειμένου: Χρήστος Πιτσίλκας, για το monastiria.gr